Πιστεύω ότι πολλοί έχουν αναρωτηθεί πως γίνετε ο σκύλος να μαθαίνει τόσα πολλά…Πως γίνετε ένας σκύλος να οδηγάει έναν ανήμπορο άνθρωπο, πως μπορεί να κοθοδηγεί τα πρόβατα, πως μπορεί να χρησιμοποιείται σε διασώσεις; Σε αυτό το άρθρο θα προσπαθήσω να σας μεταφέρω όσο πιο κατανοητά γίνετε το πως “δουλεύει” το μυαλό του σκύλου και πως μαθαίνει.
Ο σκύλος κουβαλάει εδώ και χρόνια ικανότητες που τον κάνουν τόσο χρήσιμο για μας, ένα πολύτιμο “εργαλείο”, έναν πιστό “φίλο”. Ο σημαντικότερος όμως παράγοντας στην ¨πνευματική¨ ανάπτυξη και την εξυπνάδα ενός σκύλου είναι η εκπαίδευση, είναι οι γνώσεις και οι εμπειρίες που εμείς προσφέρουμε στον σκύλο μας. Εάν θα έπρεπε να πούμε με μια φράση τους τρόπους με τους οποίους ένας σκύλος “μαθαίνει”, θα λέγαμε ότι ένας σκύλος μαθαίνει μέσω της παρατήρησης.
Ένας σκύλος μαθαίνει από περιστατικά και γεγονότα της καθημερινής του ζωής που μοιάζουν ενδιαφέροντα, που τον ενθουσιάζουν. Ξέρει ότι με τον ήχο από το άνοιγμα του ντουλαπιού, ήρθε η ώρα για φαγητό. Ότι το λουρί σημαίνει βόλτες ή εκδρομές. Βαλίτσες να ετοιμάζονται, ξέρει ότι ενδέχεται να πάει ταξίδι. Ο κατοικίδιος σκύλος μεγαλώνει σ’ ένα περιβάλλον όπου κανείς …δεν μιλά την γλώσσα του. Η λεπτομερής παρατήρηση της καθημερινής ζωής μέσα στο σπίτι, είναι ο μόνος τρόπος για να “διαβάσει” τις διαθέσεις μας, να “μεταφράσει” τις κινήσεις και τις προθέσεις μας και να βγάλει κάποια συμπεράσματα. Βέβαια αυτά τα συμπεράσματα, όσο κι αν μας ξαφνιάζουν με την ακρίβεια τους, δεν είναι πάντοτε λογικά. Για παράδειγμα το άνοιγμα του ντουλαπιού τον ενθουσιάζει στην ιδέα του φαγητού, όταν όμως καταλαβεί ότι αυτό που βγάλαμε δεν είναι η τροφή του μεταμορθώνεται σε ένα θλιμμένο πλασματάκι.
Σύμφωνα με τον Pavlov, μάθηση έχουμε όταν καταφέρουμε να συσχετίσουμε κάποιο ουδέτερο ερέθισμα με κάποια αντίδραση. Αυτή η αντίδραση, αρχικά, μπορεί να προκαλείται από κάποιο φυσικό ερέθισμα. Αντίθετα το ουδέτερο ερέθισμα, αρχικά, δεν επιφέρει αυτή την αντίδραση. Μετά τη τοποχρονική συσχέτιση ουδετέρου, φυσικού ερεθίσματος και αντίδρασης, επιτυγχάνεται η εμφάνιση της φυσικής αντίδρασης μετά από διέγερση που προκαλεί το ουδέτερο, αρχικά, ερέθισμα.
Η θεωρία του βασίστηκε σε πειράματα που πραγματοποίησε σε σκύλους. Κατά τη διάρκεια των πειραμάτων ο Pavlov διαπίστωσε ότι ο σκύλος παρουσίαζε έκκριση σιέλου όχι μόνο στη θέα της τροφής που ήταν μια φυσική αυτόματη αντίδραση του ζώου αλλά και στα βήματα του φύλακα που έφερνε την τροφή και που ουσιαστικά ήταν ένα ουδέτερο και άσχετο ερέθισμα. Αυτή τη διαπίστωσή του την μελέτησε και κατέληξε στη διαμόρφωση μιας θεωρίας όπου παρουσιάζεται η φύση και η σχέση της σύνδεσης μεταξύ ερεθίσματος και αντίδρασης.
Ένας καλά εκπαιδευμένος σκύλος (εκτός από τα κλειδιά που σηκώνει, από τους διακόπτες που ανάβει, από τις πόρτες που ανοίγει) μπορεί να πάρει σημαντικές αποφάσεις για την ασφάλεια του τυφλού χειριστή του. Καταρχήν είναι σε θέση να μετακινηθεί ανάμεσα από εμπόδια που δεν χωράει μόνο ο ίδιος αλλά και ο ανήμπορος άνθρωπος που ακολουθεί. Ύστερα έχει εκπαιδευτεί να ακολουθεί τις διαβάσεις και να σταματάει στο κόκκινο φανάρι, ακόμα και αν λάβει διαφορετική εντολή. Και το σημαντικότερο. Ένας σκύλος για τυφλούς, από την στιγμή που φορά το εδικό λουρί της εξόδου, ξέρει και μπορεί να είναι ένας υπεύθυνος οδηγός, ακόμα κι αν στον δρόμο του προκληθεί για παιχνίδι ή ανταγωνισμό.Τα σκυλιά είναι σίγουρα ικανά να λύσουν προβλήματα και η δουλειά του εκπαιδευτή είναι να χρησιμοποιεί μεθόδους εκπαίδευσης που ενθαρρύνουν και ανταμείβουν πρωτοβουλία και σκέψη.
Η πνευματική ανάπτυξη είναι αλληλένδετη με την μνήμη και ο σκύλος χρησιμοποιεί δύο τρόπους για να καταχωρεί γεγονότα και γνώσεις. Θυμάται για ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα καταστάσεις και περιστατικά χωρίς ιδιαίτερη σημασία, ενώ καταγράφει στη μνήμη του, για πάντα, πληροφορίες που μπορεί ανα πάσα στιγμή ν’ ανακαλέσει. Σ’ αυτό το κομμάτι της μνήμης του σκύλου αποθηκεύονται (εκτός από τα περιστατικά που έχουν ιδιαίτερη σημασία για τον ίδιο τον σκύλο) όλες οι εντολές και οι συμπεριφορές που εμείς προσπαθούμε να του διδάξουμε. Ο σκύλος μαθαίνει ν’ ανταποκρίνεται σε συγκεκριμένες λέξεις ή χειρονομίες κι όταν ακούσει την φράση – κλειδί θυμάται και εκτελεί. Βέβαια η ανταπόκριση σ’ αυτές τις προκαθορισμένες συμπεριφορές εξαρτάται από το την ποιότητα της εκπαίδευσης και διαφέρει από σκύλο σε σκύλο. Ο σκύλος θα συνεχίσει μια συμπεριφορά μέχρι να του γίνει, μη – ευχάριστη.
Η εμπειρία μας δείχνει ότι, οτιδήποτε ο σκύλος μαθαίνει από μόνος του, το μαθαίνει γρηγορότερα και συγκρατεί την πληροφορία για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από ότι αν προσπαθούσαμε να του το δείξουμε εμείς. Όποτε είναι δυνατό, προσπαθώ να παρακινώ τον σκύλο να δημιουργήσει μια πράξη μόνος του, την οποία εγώ μπορώ να επιβραβεύσω. Ο μυς της μνήμης (muscle memory) θα είναι μεγαλύτερος.
Όταν μαθαίνουμε ένα σκύλο την εντολή ‘κάτσε’, θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε το χέρι μας να τον βάλουμε στην θέση και να τον επιβραβεύσουμε ή κρατήσουμε ένα παιχνίδι / λιχουδιά / το χέρι μας, πάνω από το κεφάλι του μέχρι να κάτσει και μετά να τον επιβραβεύσουμε. Η εμπειρία μου λέει ότι μαθαίνει πιο γρήγορα να αντιδρά στην εντολή ‘κάτσε’,όταν το κάνει μόνος του εξαρχής. Ποτέ δεν βιάζουμε ένα σκύλο που μαθαίνει. Αντίθετα του δίνουμε χρόνο να σκεφτεί. Ο χρόνος που χρειάζεται από την στιγμή που θα ακούσει την εντολή ή θα δει το σινιάλο, μέχρι την στιγμή που θα αρχίσει την αντίδραση, λέγεται ‘χρόνος επεξεργασίας’.
Αν και δεν είναι πάντα δυνατό να αφήνουμε τον σκύλο να ανακαλύψει από μόνος του αυτό που προσπαθούμε να του δείξουμε, όσο περισσότερο προσπαθούμε να δημιουργήσουμε μικρά ‘προβλήματα’ για να λύσει, τόσο πιο γρήγορα θα μάθει, με ευχαρίστηση και θα είναι περήφανος και γεμάτος αυτοπεποίθηση.
Τα σκυλιά συχνά εκτελούν μια συμπεριφορά πολύ πριν καταλάβουν τι είναι και γιατί το κάνουν. Όσο περισσότερο φυσική είναι μια συμπεριφορά τόσο πιο πιθανό είναι να συμβεί. Οι εκπαιδευτές πρέπει να έχουν την ικανότητα ξεχωρίζουν συμπεριφορές που παροτρύνονται με σκεφτόμενη κατανόηση και συμπεριφορές που εκτελούνται σε συγκεκριμένη στιγμή, στη σωστή στιγμή αλλά δεν είναι βασισμένες στην νοητική σκέψη.
Οι εκπαιδευτές που εμποδίζουν τα σκυλιά τους από το να κάνουν λάθη, παρεμβαίνουν στην μάθηση του σκύλου. Δεν υπάρχει λόγος να φοβόμαστε ότι, αν αφήσουμε τον σκύλο μας να κάνει ένα ειλικρινής λάθος, θα μάθει να εκτελεί το λάθος. Έχει αποδειχτεί ότι οι συμπεριφορές που δεν ανταμείβονται, εξαλείφονται.
Η θεωρία της μάθησης λέει, ότι όταν ο σκύλος μαθαίνει κάτι, οι πληροφορίες πηγαίνουν στο προσωρινό τμήμα της μνήμης και μεταφέρονται στο μόνιμο τμήμα της μνήμης περίπου μετά από 35 ημέρες. Όταν οι πληροφορίες είναι σε διακίνηση, ο σκύλος δεν μπορεί να τις θυμηθεί.
Πηγή: DOGS PLUS TRAINING